προσόν
merit
Ερμηνεία:
Θετικό χαρακτηριστικό, αξία, πνευματικό ή υλικό προτέρημα ή εφόδιο.
Ετυμολογία:
Βιβλιογραφική Τεκμηρίωση:
In Defense of Merit to Overcome Merit. Daraio C. Front Res Metr Anal. 2021 Jan 25;5:614016.
Merit overrules theory of mind when young children share resources with others. Stack J, Romero-Rivas C.PLoS One. 2020 Jan 3;15(1):e0227375.
Scientific merit merits investigation.Doerning CM, Kennedy L.Lab Anim (NY). 2018 Sep;47(9):220.
Συνώνυμα:
Δείτε σχετικές φωτογραφίες της Google »
© Δρ. Δημήτριος Ν. Γκέλης, Ιατρός, Ωτορινολαρυγγολόγος, Οδοντίατρος,
Διδάκτωρ Πανεπιστημίου Αθηνών
Άλλες λέξεις στην κατηγορία Iατρική διοίκηση:
|