αποβάλλω
abort
αbόουρτ
Ερμηνεία:
Kάνω έκτρωση ή αποβολή.
Γενώ έμβρυο προτού γίνει βιώσιμο.
Ανακόπτω την πορεία μιάς νόσου στα αρχικά της στάδια.
Διακόπτω την αύξηση ή την ανάπτυξη.
Παραμένω υποτυπώδης ή στοιχειώδης.
Απομακρύνω το προϊόν της σύλληψης προτού γίνει βιώσιμο.
Ετυμολογία:
[aborior (L.), δύομαι, φθίνω, to fail at onset]
Βιβλιογραφική Τεκμηρίωση:
Συνώνυμα:
εκτιτρώσκω
© Δρ. Δημήτριος Ν. Γκέλης, Ιατρός, Ωτορινολαρυγγολόγος, Οδοντίατρος,
Διδάκτωρ Πανεπιστημίου Αθηνών
Άλλες λέξεις στην κατηγορία Μαιευτική:
|